Απόφαση της ΕΠ.Ε.Ι.Α για την Πρόληψη και καταστολή

Άρθρο 6 Απλουστευμένη Δέουσα Επιμέλεια ως προς τον πελάτη

      1. Οι Εταιρείες μπορούν να μην τηρούν τις διαδικασίες συνήθους δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη, που προβλέπονται στο άρθρο 3 στοιχεία (α), (β) και (δ), στο άρθρο 4 και στο άρθρο 5 στις εξής περιπτώσεις:

(α) Όταν ο πελάτης είναι:

(αα) πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανι­σμός κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ή πι­στωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικός οργανισμός που ευρίσκεται σε τρίτη χώρα η οποία επιβάλλει απαιτήσεις ισοδύναμες προς αυτές που προβλέπει η κοινοτική νο­μοθεσία και υπόκειται σε εποπτεία όσον αφορά στη συμμόρφωσή του προς τις απαιτήσεις αυτές,

(αβ) εταιρεία της οποίας οι κινητές αξίες έχουν ει­σαχθεί προς διαπραγμάτευση σε οργανωμένη αγορά σε κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή σε τρίτη χώρα που υπόκεινται σε απαιτήσεις διαφάνειας που είναι ισοδύναμες με τις προβλεπόμενες από την κοινο­τική νομοθεσία , κατά την έννοια του άρθρου 43 του ν. 3606/2007 (ΦΕΚ 195 Α'),

(αγ) αμοιβαία κεφάλαια ως και εταιρείες διαχείρισής τους κατά το άρθρο 2 του ν. 3283/2004 (ΦΕΚ 210 Α') ,ως και οργανισμοί συλλογικών επενδύσεων και εταιρείες δια­χείρισής τους, τα οποία εδρεύουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και διέπονται από διατάξεις της νομοθεσίας του κράτους της έδρας τους που είναι συμβατές με τις διατάξεις της Οδηγίας 85/611/ΕΟΚ (L 375/ 31.12.1985), όπως ισχύει,

(αδ) Εθνική δημόσια αρχή ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου ή επιχείρηση ή οργανισμός που ανήκει κατά 51% τουλάχιστον στο Δημόσιο,

(αε) δημόσιες αρχές ή δημόσιοι οργανισμοί οι οποίοι πληρούν όλα τα ακόλουθα κριτήρια:

i) τους έχει ανατεθεί δημόσιο λειτούργημα σύμφωνα με τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τις Συνθήκες για τις Κοινότητες ή το παράγωγο κοινοτικό δίκαιο

ii) η ταυτότητά τους είναι δημοσίως γνωστή, διαφανής και καθορισμένη,

iii) οι δραστηριότητες και οι λογιστικές τους πρακτικές είναι διαφανείς,

iv) είτε είναι υπόλογοι σε κοινοτικό θεσμικό όργανο ή σε αρχές κράτους - μέλους είτε εφαρμόζονται κατάλ­ληλες διαδικασίες που διασφαλίζουν την εποπτεία και τον έλεγχο της δραστηριότητάς τους.

(β) Όταν το τυχόν περιοδικά καταβαλλόμενο ασφάλι­στρο υπολείπεται του ποσού των 1.000,00 Ευρώ ετησίως ή το εφάπαξ καταβαλλόμενο ασφάλιστρο υπολείπεται του ποσού των 2.500,00 Ευρώ. Αν το ασφάλιστρο ή τα περιο­δικά ασφάλιστρα που πρόκειται να καταβληθούν κατά τη διάρκεια ενός έτους αυξηθούν έτσι ώστε να υπερβούν το όριο των χιλίων (1.000,00) ευρώ, απαιτείται η επαλήθευση των στοιχείων της ταυτότητας του ασφαλισμένου.

(γ) Στα προγράμματα συνταξιοδοτικής ασφάλισης που προσφέρουν συνταξιοδοτικές παροχές στους εργαζο­μένους, για τις οποίες οι εισφορές καταβάλλονται μέσω αφαίρεσης από τις αποδοχές και των οποίων οι όροι δεν επιτρέπουν τη μεταφορά των δικαιωμάτων των μελών,

δ) Στις συμβάσεις συνταξιοδοτικής ασφάλισης που συ­νάπτονται βάσει συμβάσεων εργασίας ή επαγγελματικής δραστηριότητας του ασφαλισμένου, υπό τον όρο ότι οι συμβάσεις αυτές δεν περιλαμβάνουν ρήτρα εξαγοράς ούτε μπορεί να χρησιμεύσουν ως εγγύηση δανείου.

 

   2. Οι Εταιρείες δεν εφαρμόζουν απλουστευμένη δέ­ουσα επιμέλεια για πελάτες των περιπτώσεων (αα) και (αβ) της παραγράφου 1 του παρόντος άρθρου με κα­ταστατική έδρα σε μη κοινοτική χώρα.

 

   3. Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, οι Εταιρείες συγκεντρώνουν, σε κάθε περίπτωση, επαρκείς πληροφορίες και διαπιστώνουν εγγράφως με αναφορά του αρμόδιου στελέχους ότι ο πελάτης μπορεί να εξαιρεθεί.