Απόφαση της ΕΠ.Ε.Ι.Α για την Πρόληψη και καταστολή

Άρθρο 4 Μέτρα Συνήθους Δέουσας Επιμέλειας

   1. Τα μέτρα συνήθους δέουσας επιμέλειας ως προς τον πελάτη περιλαμβάνουν τουλάχιστον:

(α) την πιστοποίηση και τον έλεγχο της ταυτότητας του πελάτη και τουλάχιστον των στοιχείων που αναφέ­ρονται στο Παράρτημα Ι, βάσει εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή.

(β) την πιστοποίηση, εφόσον συντρέχει περίπτωση, της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου και τη λήψη ευλόγων μέτρων αναλόγως του βαθμού κινδύνου για τον έλεγχο της ταυτότητάς του, ώστε να διασφαλίζεται ότι οι Εταιρείες γνωρίζουν τον πραγματικό δικαιούχο όσον αφορά στα νομικά πρόσωπα και στα καταπιστεύματα, στη λήψη ευλόγων μέτρων αναλόγως του βαθμού κινδύ­νου για να γίνει κατανοητή η διάρθρωση της κυριότητας και του ελέγχου του πελάτη.

(γ) τη συλλογή πληροφοριών για το σκοπό και τη σκοπούμενη φύση της επιχειρηματικής σχέσης ή ση­μαντικών συναλλαγών ή δραστηριοτήτων του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.

(δ) την άσκηση συνεχούς εποπτείας όσον αφορά στην επιχειρηματική σχέση, με ενδελεχή εξέταση των συναλ­λαγών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια αυτής της σχέσης, προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι συναλ­λαγές που διενεργούνται συνάδουν με τις πληροφορίες που έχουν οι Εταιρείες σχετικά με τον πελάτη, την επι­χειρηματική του δραστηριότητα, το προφίλ του κινδύνου, και εφόσον απαιτείται, σχετικά με την προέλευση των κεφαλαίων, καθώς και η διασφάλιση της τήρησης ενημε­ρωμένων των εγγράφων, δεδομένων ή πληροφοριών.

(ε) στην περίπτωση όπου κατά τη διάρκεια της επι­χειρηματικής σχέσης δημιουργηθούν αμφιβολίες στο υπόχρεο πρόσωπο για το αν οι συμβαλλόμενοι ή συ­ναλλασσόμενοι ενεργούν για ίδιο λογαριασμό ή σε περίπτωση βεβαιότητας για το ότι δεν ενεργούν για ίδιο λογαριασμό, τα υπόχρεα πρόσωπα λαμβάνουν τα απαιτούμενα μέτρα, προκειμένου να συλλέξουν πληρο­φορίες για την πραγματική ταυτότητα των προσώπων για λογαριασμό των οποίων αυτοί ενεργούν.

(στ) την εξέταση με ιδιαίτερη προσοχή κάθε συναλλα­γής ή δραστηριότητας η οποία από τη φύση της ή από τα στοιχεία που αφορούν το πρόσωπο ή την ιδιότητα του συναλλασσομένου μπορεί να συνδεθεί με νομιμο­ποίηση εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες ή με χρηματοδότηση της τρομοκρατίας. Στις συναλλαγές αυτές περιλαμβάνονται ιδίως οι πολύπλοκες ή ασυνή­θιστα μεγάλες συναλλαγές και όλα τα ασυνήθιστα είδη συναλλαγών που πραγματοποιούνται χωρίς προφανή οικονομικό ή σαφή νόμιμο λόγο.

(ζ) οι Εταιρείες συνεκτιμούν και το συνολικό χαρτοφυ­λάκιο το οποίο διατηρεί ο συναλλασσόμενος σε αυτές και ενδεχομένως σε άλλες εταιρείες του ομίλου στον οποίο ανήκουν, σύμφωνα με την παράγραφο 4 του άρ­θρου 4 ν. 3691/2008 , προκειμένου να εξακριβώσουν τη συνάφεια και συμβατότητα της εξεταζόμενης συναλλα­γής με το χαρτοφυλάκιο ή τα χαρτοφυλάκια αυτά.

 

   2. Τα μέτρα δέουσας επιμέλειας αφορούν όλους τους πελάτες, όταν αυτοί ενεργούν από κοινού την επιχει­ρηματική σχέση, ή είναι, ή καθίστανται συνδικαιούχοι του ασφαλίσματος, όπως συμβαίνει ενδεικτικά στην περίπτωση της δήλωσης κοινού λογαριασμού σύμφωνα με το αρθρ. 4 παρ. 8(α) κατωτέρω, προκειμένου για την πίστωση του ποσού εξαγοράς ή του ασφαλίσματος.

 

   3. Οι Εταιρείες μπορούν να καθορίζουν ανάλογα με τον βαθμό κινδύνου την έκταση των μέτρων δέουσας επιμέλειας και τη συχνότητα παρακολούθησης του κατά πόσον οι συναλλαγές που πραγματοποιούνται συνάδουν με τις πληροφορίες που έχουν οι Εταιρείες για τον πε­λάτη. Ο βαθμός κινδύνου εξαρτάται ενδεικτικά από:

(α) το είδος του πελάτη,

(β) τον σκοπό και τον σχεδιαζόμενο χαρακτήρα της επιχειρηματικής σχέσης με τον πελάτη, (γ) τις παρεχόμενες ασφαλιστικές υπηρεσίες, και (δ) την προέλευση των κεφαλαίων.

 

   4. Οι Εταιρείες δύνανται να διαφοροποιούν τη σχετική πολιτική τους, πάντοτε εντός του προσδιοριζόμενου στο αρθρ. 3 (β) ορίου της παρούσης απόφασης, για ασφαλιστικούς κλάδους μειωμένης επικινδυνότητας, όπως ο κλάδος Ι(3) των ασφαλίσεων ζωής. Επιπρόσθε­τα, δεν απαιτείται η επαλήθευση της προέλευσης των κεφαλαίων του πελάτη, σε περίπτωση που τα καταβαλ­λόμενα ασφάλιστρα δεν υπερβαίνουν τα € 15.000,00, λαμβάνοντας υπόψη πάντα το συνολικό χαρτοφυλάκιο του πελάτη. Οι Εταιρείες προβαίνουν στην κατάταξη των πελατών τους σε δύο (2) τουλάχιστον κατηγορίες κινδύνου βάσει κριτηρίων τα οποία αντανακλούν τις πιθανές αιτίες κινδύνων. Η κατάταξη αυτή γίνεται με έγγραφη ανάλυση κινδύνου ανά πελάτη.

 

   5. Αν σε μία συναλλαγή ή σε σειρά συνδεόμενων συ­ναλλαγών συμμετέχουν καθ' οιονδήποτε τρόπο δύο ή περισσότερα πιστωτικά ιδρύματα, χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί ή άλλα υπόχρεα πρόσωπα, καθένα από αυτά οφείλει να εφαρμόσει τα μέτρα δέουσας επιμέλειας.

 

   6. Οι Εταιρείες πρέπει να είναι σε θέση να αποδείξουν ότι η έκταση των μέτρων είναι ανάλογη με τους κινδύ­νους των αδικημάτων του άρθρου 2 ν. 3691/2008 που ενέχει κάθε επιχειρηματική σχέση και συναλλαγή, ότι εφαρμόζουν αυτά τα μέτρα με συνέπεια και αποτελε­σματικότητα και ότι συμμορφώνονται με τις αποφάσεις των αρμόδιων αρχών.

 

   7. Οι Εταιρείες αποθαρρύνονται από το να συνά­πτουν τοντίνες και ασφαλίσεις «για λογαριασμό όποιου ανήκει».

 

   8. Οι Εταιρείες ενθαρρύνονται για τις πληρωμές που πραγματοποιούν προς τους πελάτες τους, να προκρί­νουν ως πολιτική τους τα εξής:

(α) δήλωση εκ μέρους του πελάτη ενός τραπεζικού λογαριασμού στον οποίον θα πιστώνεται το ποσό εξα­γοράς ή το ασφάλισμα

(β) πληρωμή του ποσού εξαγοράς ή του ασφαλίσματος στον ως άνω δηλωθέντα τραπεζικό λογαριασμό ή με δίγραμμη επιταγή

(γ) περιστολή της χρήσης των μετρητών και των επι­ταγών, πλην των δίγραμμων, κατά την πληρωμή εξα­γοράς και ασφαλισμάτων.

 

   9. Οι Εταιρείες ενθαρρύνονται για τις εισπράξεις από τους πελάτες τους να προκρίνουν ως πολιτική τους τα εξής:

(α) είσπραξη των ασφαλίστρων μέσω του τραπεζικού συστήματος, ιδιαίτερα για καταβολές ποσών άνω των 2.000,00 Ευρώ

(β) ανεξαρτήτως καταβαλλόμενου ποσού, μη αποδοχή τίτλων (αξιογράφων) εκδοθέντων στον κομιστή ή εις διαταγήν και δι' οπισθογραφήσεως μεταβιβασθέντων.